Δήμος Μούτσης – Να!…
Δε μπορώ να γνωρίζω ποιες ακριβώς συνθήκες και ποιες εσωτερικές διαδικασίες οδήγησαν τον Δήμο Μούτση να «απεκδυθεί» κάπου εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’80 τον, σαφώς με μεγαλύτερη αίγλη, ρόλο του πετυχημένου συνθέτη και να αρχίσει ουσιαστικά μια νέα καριέρα, αυτή τη φορά ως τραγουδοποιός. Ο Μούτσης ως συνθέτης είχε συνεργαστεί μέχρι τότε με κορυφαίους στιχουργούς (Γκάτσος, Λ. Παπαδόπουλος, Ελευθερίου, Λογοθέτης, Τριπολίτης κ.α) και ερμηνευτές (Μπηθικώτσης, Μητσιάς, Μητροπάνος, Μοσχολιού κ.α.), γράφοντας τραγούδια που γνώρισαν επιτυχία και αγαπήθηκαν από πολύ κόσμο. Η απόφαση του να εκδώσει δίσκους που να γράφει και να τραγουδάει ο ίδιος τα τραγούδια του έμοιαζε εξωφρενική από εμπορικής άποψης και οπωσδήποτε όχι συνηθισμένη. Το, επιτυχημένο, Φράγμα με τους στίχους του Κώστα Τριπολίτη και τη δική του -για πρώτη φορά- φωνή έγινε το ιδανικό εφαλτήριο για τους τρεις επόμενους (αφήνω απ’ έξω τον, μετέωρο, Ταξιδιώτη) απόλυτα προσωπικούς του δίσκους. Οι τρεις αυτοί δίσκοι, αν και απλώνονται σ’ ένα χρονικό διάστημα έντεκα χρόνων, αποτελούν στην πραγματικότητα ένα σώμα. Επιλέγουμε όμως να θυμηθούμε το Να!… ως τον μεσαίο και ίσως πιο αντιπροσωπευτικό αυτής της περιόδου που καταλήγει το 1994 με το Για Πούλημα Λοιπόν όπου πλέον ο Μούτσης μοιάζει να έχει επιλέξει οριστικά ως στάση αυτό το «σοφά παραιτημένος».
Για πολλούς αυτή η περίοδος θα μπορούσε αφοριστικά να συνοψισθεί με τη φράση: «ο Μούτσης ανακαλύπτει τον Bob Dylan με κάποια καθυστέρηση» και φυσικά καμιά εικοσαριά χρόνια μετά τον Σαββόπουλο… Φυσικά αυτό είναι μια καταφανής, άνευ ουσίας, απλοποίηση. Ο Dylan λειτούργησε βέβαια (και) στη περίπτωση του Μούτση σαν ένας κόμβος, βοηθώντας τον ν’ αλλάξει κατεύθυνση και ν’ ανακαλύψει τη δυναμική της rock μπαλάντας, με τον ίδιο τρόπο που η μουσική του Μάρκου Βαμβακάρη τον είχε βοηθήσει -χρόνια πριν- να ξεφύγει απ’ την, όποια, αρτηριοσκλήρωση των κλασικών του σπουδών και να εκτιμήσει σε βάθος το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι. Ο Μούτσης στο Να!… δε ξεχνά να τιμήσει και τους δύο αυτούς κολοσσούς, τον μεν Dylan με τη -στιχουργική- αναφορά στο πολυακουσμένο και πικρόχολο “Μην Το Ψάχνεις… Δεν Πειράζει”, τον δε Βαμβακάρη με το επικλητικό “Παίξε Μάρκο Τα Τραγούδια Σου Για Μένα”, όπου βρίσκεται και ο υπέροχος στίχος-κλειδί «κάθε σου λόγος ζωγραφιά/ της προσωπικής σου αγωνίας».
Στο Να..! λοιπόν, ο Μούτσης πάνω απ’ όλα θέλει να μιλήσει για τη δική του «προσωπική αγωνία» και το κάνει με τρόπο ευθύ, εύστοχο αλλά και πολλές φορές βαθιά απελπισμένο. “Το Όνειρο” με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος, πέρα απ’ την υποβλητική περιγραφή, μοιάζει να φανερώνει με πλάγιο τρόπο την ακατανίκητη τάση φυγής του δημιουργού από έναν κόσμο και μία εποχή που φανερά τον απωθεί. Στη συνέχεια έχουμε το ομώνυμο, συγκλονιστικό, τραγούδι που θα μπορούσε άνετα να είναι επίκαιρο σε οποιαδήποτε φάση της ιστορίας του νεοελληνικού κράτους. Άλλωστε οι συνθήκες που έχει ν’ αντιμετωπίσει ένας σκεπτόμενος άνθρωπος σ’ αυτό το περιβάλλον δεν έχουν βελτιωθεί και τόσο μέσα στα χρόνια. Η μάλλον ανάλαφρη μουσική και ο ειρωνικός τόνος της φωνής του συνθέτη δημιουργούν ίσως την εντύπωση μιας σατιρικής διάθεσης. Στην πραγματικότητα όμως πίσω απ’ αυτά κρύβεται το δίχως άλλο η τραγικότητα της διαπίστωσης ότι οι δυνάμεις αδράνειας σ’ αυτό τον τόπο είναι πάντοτε πιο ισχυρές από οποιαδήποτε δράση: «Είναι τα οράματα που λείπουν/ “διότι”, “δεν” και τα λοιπά/ είναι ο φόβος, όχι τίποτα σπουδαίο φυσικά/ που μας κάνει ξαφνικά/ για ότι υπάρχει ένα γύρω να μη δίνουμε μια…». Στο “Μια Φυσαρμόνικα Που Κλαίει” περνάει από την άλλη μεριά και τραγουδάει ένα ρέκβιεμ για όσους απέμειναν σ’ ένα δυσμενές για αυτούς περιβάλλον κι αναζητούν ακόμα, μάταια ίσως, τη δική τους αλήθεια: «Λίγοι καλοί κι αυτοί μοιραίοι/ παραιτημένοι κατά βάθος/ με πόση ένταση και πάθος/ γίνονται πρώτοι οι τελευταίοι» (Πόσο αταίριαστοι και ειρωνικοί ακούγονται οι παραπάνω στίχοι στο στόμα διάσημου τραγουδιστή που έσπευσε αναίτια και αλαζονικά να προσθέσει και τούτο το τραγούδι στο, έτσι κι αλλιώς, πλούσιο ρεπερτόριό του κάποια χρόνια αργότερα…).
Το “Κύριε Πρόεδρε” είναι ένα κάπως σουρεαλιστικά δοσμένο πολιτικό τραγούδι με αρκετά συγκαλυμμένα επικαιρικά στοιχεία, ενώ με το “Πάει, Μας Τέλειωσε Πια” ο συνθέτης φροντίζει να κλείσει τους όποιους του λογαριασμούς και με τις μεταφυσικές αγωνίες. Έτσι εξαιρεί τον εαυτό του απ’ το τελευταίο καταφύγιο ελπίδας του ανθρώπου, τη μεταθανάτια ζωή, και ταυτόχρονα χλευάζει όσους περιμένουν τη δικαίωση από κει… Αντίθετα, τη μόνη ελπίδα που φαίνεται διατεθειμένος να συντηρήσει μέχρι τέλους είναι εκείνη του Έρωτα, όπως δηλώνεται τουλάχιστον στο “Ο Έρωτας Είναι Πάντα Μελαγχολικός”. Δεν είναι τυχαίο ότι πρέπει να φτάσουμε στο τελευταίο κομμάτι του album για να συναντήσουμε το μοναδικό ερωτικό τραγούδι. Αλλά τι τραγούδι βέβαια…
To Να!… αποτελεί πιθανότατα την κορυφαία στιγμή στην πορεία του Δήμου Μούτση ως τραγουδοποιού. Εκφράζει όμως και κάτι παραπάνω απ’ αυτό: τη δύναμη ενός ανήσυχου καλλιτέχνη που δε διστάζει να ρισκάρει και ν’ αμφισβητήσει τα όσα έχει με την αξία του κατακτήσει, προκειμένου να αποτυπώσει με τον καλύτερο τρόπο αυτά που τον απασχολούν βαθιά. Χωρίς τραγουδιστές-σταρ, χωρίς «εύπεπτα» νοήματα (κάθε άλλο) και χωρίς τη σιγουριά της συνθετικής του αίγλης, ο Μούτσης κατάφερε να δημιουργήσει ένα σπουδαίο album, που έστω κι αν καθορίζεται από μία σχεδόν απόλυτη αίσθηση ματαιότητας δε παύει να αποτελεί μέχρι σήμερα ένα σημείο αναφοράς στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι.
Η πορεία του αυτή ωστόσο μοιάζει να κλείνει για τα καλά στο επόμενο album- το τελευταίο του με καινούργιο υλικό- Για Πούλημα Λοιπόν. Κι όταν καμιά φορά αναρωτιέμαι αν και πότε θα κυκλοφορήσουν τα καινούργια του τραγούδια που έχει υποσχεθεί εδώ και καιρό, μου ‘ρχονται στο μυαλό οι αποστομωτικοί στίχοι που βρίσκονται εκεί στο τραγούδι “Δεν Έχω Μέσον”: «Οι καλύτεροι σωπαίνουν/ εγώ τι να πω…». Κύριε Μούτση, τα είπατε όλα!
Κείμενο: Αλέξης Βούκαλης
Πρώτη δημοσίευση: 8 Απριλίου 2008, στο avopolis.gr